Στυτική δυσλειτουργία (ΣΔ) ορίζεται η εμμένουσα αδυναμία του άνδρα να επιτύχει και να διατηρήσει μια στύση επαρκή για να πραγματοποιήσει ικανοποιητική σεξουαλική επαφή. Έχει σημαντική επίπτωση στην ποιότητα ζωής των ασθενών και των συντρόφων τους.
Το πέος στην ραχιαία επιφάνειά του αποτελείται από δύο κυλίνδρους που ονομάζονται σηραγγώδη σώματα και τα οποία είναι φτιαγμένα από στυτικό ιστό. Ο ιστός αυτός διογκώνεται όταν αυξηθεί η ροή του αίματος προς αυτόν. Ανεπάρκεια του αρτηριακού μηχανισμού να παρέχει ικανή ροή αίματος οδηγεί σε ατελή στύση. Η στύση του πέους λοιπόν, είναι αποτέλεσμα πολλών αγγειακών και νευρολογικών μηχανισμών που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους με στόχο την υπό πίεση συγκέντρωση του αίματος στα σηραγγώδη σώματα.
Η Στυτική δυσλειτουργία μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία μετά την εφηβεία, αλλά συχνότερα απαντάται σε μεγαλύτερες ηλικίες. Παράγοντες κινδύνου για ΣΔ αποτελούν:
- Στεφανιαία νόσος
- Παχυσαρκία
- Κάπνισμα
- Υπερχοληστερολαιμία – μεταβολικό σύνδρομο
- Έλλειψη άσκησης
Μία από τις συχνότερες αιτίες ΣΔ είναι η αρτηριοσκλήρυνση, μια πάθηση που προκαλεί λέπτυνση και σκλήρυνση των αρτηριών, επηρεάζοντας έτσι και τις αρτηρίες του πέους, αλλά πολύ συχνά και τις στεφανιαίες αρτηρίες του μυοκαρδίου. Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι, σε μερικούς ασθενείς, η ΣΔ μπορεί να αποτελεί πρώϊμο σημείο στεφανιαίας νόσου (καρδιοπάθειας).
Η θεραπεία της ΣΔ έχει εξελιχθεί ραγδαία μετά την ανακάλυψη συγκεκριμένων αγγειοδιασταλτικών φαρμάκων που τις περισσότερες φορές είναι άκρως αποτελεσματικά. Ωστόσο, σε μερικές περιπτώσεις, όπως μετά από θεραπεία για καρκίνο του προστάτη, τα φάρμακα αυτά μπορεί να μην αποφέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα. Τότε θα πρέπει να αναζητηθούν εναλλακτικές θεραπευτικές εφαρμογές που μπορούν να έχουν υψηλά ποσοστά επιτυχίας. Αυτές περιλαμβάνουν τις ενδοπεϊκές (ενδοσηραγγώδεις) ενέσεις, τις αντλίες κενού και τις πεϊκές προθέσεις.